Σχετικά με τη Σάμο

Η Ιστορία της Σάμου

Η Σάμος στην αρχαιότητα ήταν γνωστή και ως, Δόρυσσα, Δρυούσσα, Παρθενία, Ανθεμίς, Μελάμφυλλος και Φυλλάς. Πρώτοι κάτοικοί της ήταν Πελασγοί, Κάρες και Λέλεγες.

Η Σάμος ήταν μεγάλη ναυτική δύναμη με ταχύτατα πλοία τις “Σάμαινες” και ένα από τα σημαντικότερα εμπορικά κέντρα στο Αιγαίο – γνωστή για το κρασί και τα κεραμικά της – με εμπορικές συναλλαγές, όχι μόνο με τον ελλαδικό χώρο, αλλά και τους λαούς της Μεσογείου.

Η ακμή της Σάμου συνδέεται με τον τύραννο Πολυκράτη (532-522 π.Χ) κατά τη διάρκεια της τυραννίας του οποίου, χρονολογούνται τα σημαντικότερα έργα στο νησί. Το Ευπαλίνειο Όρυγμα, η ανακαίνιση του θεάτρου, η κατασκευή του λιμένα στην αρχαία πόλη της Σάμου, η επέκταση των τειχών – «Πολυκράτεια Τείχη», ο Ναός της Ήρας, που στην εποχή του, παίρνει την τελική και μεγαλόπρεπη μορφή του.

Η Αθήνα, ανήσυχη για την αυξανόμενη ναυτική και εμπορική ισχύ της Σάμου, οργάνωσε εκστρατεία, όπου κατέλυσε το ολιγαρχικό και καθίδρυσε το Δημοκρατικό Πολίτευμα. Η ανακατάληψη της εξουσίας από τους Ολιγαρχικούς έδωσε την αφορμή στους Αθηναίους να εκστρατεύσουν εκ νέου, υπό την αρχηγία του Περικλή, να καταστρέψουν τον Σαμιακό στόλο και να υποτάξουν τους Σαμίους. Η μακρά περίοδος παρακμής είχε αρχίσει και συνέχισε κατά τη Ρωμαϊκή κατοχή.

Τα βυζαντινά χρόνια η κοινωνική και οικονομική ζωή της Σάμου καθηλώνεται, με μόνη πνευματική έκφραση τη λατρευτική χριστιανική θρησκεία. Πλήθος μοναστηριών χτίζονται και πύργοι εμφανίζονται για να προστατέψουν τον πληθυσμό του νησιού από πειρατικές και εχθρικές επιδρομές, που εκείνη την εποχή μαστίζουν τον τόπο.

Το 1363, οι Γενουάτες Justiniani καθίδρυσαν κράτος στη Χίο, όπου με συνθήκη του Βυζαντινού Αυτοκράτορα Ιωάννη Παλαιολόγου συμπεριέλαβαν και τη Σάμο. Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης οι Γενουάτες επέτυχαν αναγνώριση της εξουσίας τους από τον Σουλτάνο, μέχρις ότου, κατά το έτος 1479, απειλούμενοι από τους Οθωμανούς αναγκάσθηκαν να αποσυρθούν στη Χίο, όπου τους ακολούθησαν και οι Σάμιοι με μαζική έξοδο και με αποτέλεσμα την εγκατάλειψη του νησιού.

Κατά το τελευταίο τέταρτο του 16ου αιώνα και μετά την παροχή ευρύτατων “προνομίων” που παραχωρήθηκαν από τον Κχιλίτς Αλή πασά, ναύαρχο του Οθωμανικού στόλου, που ενθουσιάστηκε από την ομορφιά της Σάμου, επιτεύχθηκε σταδιακά ο επαναπατρισμός των Σαμίων, καθώς και οι εποίκιση του νησιού από κατοίκους και άλλων περιοχών, όπως των γειτονικών νησιών, της Μικράς Ασίας, της Πελοποννήσου και της Κρήτης.

Διαμορφώθηκε αυτοδιοικητικό σύστημα με το διορισμό προεστών σε κάθε χωριό και τεσσάρων Μεγάλων Προεστών, που διεκπεραίωναν τη φορολογική διαχείριση και απένειμαν αστική και ποινική δικαιοσύνη, με βάση το Βυζαντινορωμαϊκό δίκαιο. Η Εκκλησία αποτελούσε πνευματικό ενοποιητικό στοιχείο, δικαιοδοτούσε επί οικογενειακών και κληρονομικών υποθέσεων και συντηρούσε το γραπτό λόγο με τη σύνταξη των κάθε λογής δικαιοπρακτικών εγγράφων.

Ο διοριζόμενος από την Υψηλή Πύλη Αγάς ή Βοεβόδας, συμπράττοντας στη διοίκηση του νησιού με τους Μεγάλους Προεστούς, εκπροσωπούσε τα συμφέροντα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αλλά η παρουσία του δεν αναιρούσε τον πυρήνα των αυτοδιοικητικών προνομίων και δεν έθιγε τις εξουσίες της Διοικούσης Εκκλησίας.

Οι νέες ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης του 1789 και η δημιουργία στο νησί εμποροναυτικής τάξης οδήγησαν στην εμφάνιση του κινήματος των “Καρμανιόλων”, που από τις αρχές του 19ου αιώνα διεκδικούσε την ανατροπή των Προεστών, τη δικαιότερη κατανομή των φορολογικών βαρών, την καθιέρωση ετήσιων Γενικών Συνελεύσεων, τη λογοδοσία των αρχόντων, την απομάκρυνση των τυραννικών Οθωμανών υπαλλήλων και τη φιλελευθεροποίηση της ποινικής εξουσίας.

Η περίοδος 1805-1812 είναι ιστορία αιματηρών κοινωνικών συγκρούσεων μεταξύ των “Καρμανιόλων” και των αντιπάλων τους “Καλικαντζάρων”.

Έτσι, η έκρηξη της Επανάστασης του 1821 εκτίναξε στο προσκήνιο τους “Καρμανιόλους”, οι πρώτιστοι ηγέτες των οποίων ήσαν μυημένοι στα μυστικά της Φιλικής Εταιρείας. Γενικός αρχηγός της επαναστατημένης Σάμου αναγνωρίζεται ο Λογοθέτης Λυκούργος, που είχε σπουδάσει στην Κωνσταντινούπολη και είχε υπηρετήσει, ως λογοθέτης, στις Παραδουνάβιες Ηγεμονίες. Ο Λυκούργος είχε ηγηθεί των κοινωνικών αγώνων του 1805-1812, είχε καταδικασθεί από την Πύλη σε θάνατο, είχε εξορισθεί στο Άγιο Όρος και ως πνευματική προσωπικότητα, είχε διαμορφωθεί με τις ιδέες του διαφωτισμού και του Ρήγα Φεραίου.

Οι επαναστάτες καθιδρύουν αυτόνομο πολίτευμα με νομοθετική, εκτελεστική και δικαστική εξουσία, οργανώνουν τακτική στρατιωτική δύναμη, αναπτύσσουν οχυρωματικό αμυντικό σύστημα, συμμετέχουν με εκλεγμένους πληρεξούσιους στις Εθνικές Συνελεύσεις, υπερασπίζονται την αυτονομία του τοπικού Πολιτεύματος με εξεγέρσεις και αιματηρές συγκρούσεις καθώς ταυτόχρονα αποκρούουν τις απόπειρες του Οθωμανικού στόλου να καταλάβει το νησί το έτος 1821 και 1824.

Όταν με το πρωτόκολλο του Λονδίνου (3 Φεβρουαρίου 1830) η Σάμος έμεινε εκτός των ορίων του νέου Ελληνικού Κράτους, σχηματίσθηκε ανεξάρτητη “Σαμιακή Πολιτεία”. Τον Αύγουστο όμως, του 1834, επεβλήθη βίαια το Ηγεμονικό Καθεστώς, ενώ οι Σάμιοι επαναστάτες κατά χιλιάδες μετανάστευσαν στην Ελλάδα και οι ηγέτες τους εξορίσθηκαν.

Το έτος 1849 επαναστάτησαν κατά της Ηγεμονικής Διοίκησης, κατακρήμνισαν τον Τύραννο Ηγεμόνα Στέφανο Βογορίδη και αξίωσαν την εφαρμογή του Οργανικού Χάρτη.

Έτσι άρχισε μια μακρά περίοδος ανασυγκρότησης του κοινωνικού βίου με την ενδυνάμωση θεσμών “συνταγματικής Πολιτείας”, με κυρίαρχο σώμα τις κατ’ έτος Γενικές Συνελεύσεις των πληρεξούσιων, με ανόρθωση της Δικαστικής εξουσίας, με Δημοτική διοίκηση, με κεντρικό προϋπολογισμό, με οργάνωση ικανοποιητικού συστήματος εκπαίδευσης, με εκτέλεση δημοσίων έργων, με τηλεγραφική, τηλεφωνική και ακτοπλοϊκή ανταπόκριση, με ψήφιση Σαμιακής Πολιτικής Δικονομίας και με εισήγηση του Σαμιακού Αστικού Κώδικα.

Κατά το τελευταίο τέταρτο του 19ου αιώνα ακολούθησε η πολιτιστική άνθηση του νησιού, με την έκδοση μαχητικών εφημερίδων, την κυκλοφορία των σπουδαίων ιστορικών εργασιών του Επαμεινώνδα και Νικολάου Σταματιάδη, το κίνημα του κοινωνικού δημοτικισμού, τις μεταφράσεις αρχαίων κειμένων, την έκδοση ποιητικών συλλογών, την ίδρυση Φιλαρμονικών Εταιρειών, την υποδοχή ελληνικών θιάσων κλπ.

Τέλος, το έτος 1912, με την έκρηξη του δευτέρου Βαλκανικού Πολέμου, η Σάμος κήρυξε την ένωση με την Ελλάδα.

Η Σύγχρονη Ιστορία της Σάμου

Το νησί ενώθηκε με την Ελλάδα το 1913, λίγους μήνες μετά το ξέσπασμα του πρώτου βαλκανικού πολέμου. Παρόλο που άλλα νησιά του Αιγαίου είχαν κατακτηθεί σύντομα από το ελληνικό ναυτικό, η Σάμος είχε αρχικά εγκαταλειφθεί στο υπάρχον status quo από την επιθυμία να μην αναστατώσει τους Ιταλούς στα κοντινά Δωδεκάνησα. Ο ελληνικός στόλος κατέλαβε στρατεύματα στο νησί στις 13 Μαρτίου 1913. Οι συγκρούσεις με την οθωμανική φρουρά ήταν βραχύβια καθώς οι Οθωμανοί αποσύρθηκαν στην πρωτεύουσα της Ανατολίας, έτσι ώστε το νησί να βρισκόταν στα ελληνικά χέρια με ασφάλεια μέχρι τις 16 Μαρτίου.

Κατά τη διάρκεια του Β ‘Παγκοσμίου Πολέμου, το νησί καταλήφθηκε από τους Ιταλούς από τον Μάιο του 1941 μέχρι την ιταλική παράδοση το Σεπτέμβριο του 1943. Η Σάμος αναλήφθηκε σύντομα από ελληνικές και βρετανικές δυνάμεις στις 31 Οκτωβρίου, αλλά μετά την Συμμαχική ήττα στη Μάχη της Λέρου και έναν έντονο εναέριο βομβαρδισμό, το νησί εγκαταλείφθηκε στις 19 Νοεμβρίου και αναλήφθηκε από γερμανικά στρατεύματα. Η γερμανική κατοχή διήρκεσε μέχρι τις 4 Οκτωβρίου 1944, όταν το νησί απελευθερώθηκε από την Ελληνική Ιερά Ορχήστρα.

Αξιοθέατα

Και πάλι από το Ποτάμι μπορεί κανείς να ξεκινήσει για να επισκεφτεί τους καταρράκτες. Οι καταρράκτες είναι νερό του ποταμιού που πέφτει από ψηλά και σχηματίζει μια μικρή λιμνούλα. Εκεί το καλοκαίρι μαζεύονται εκατοντάδες ντόπιοι και ξένοι και θαυμάζουν την άγρια ομορφιά, χωρίς βέβαια να παραλείπουν να δροσιστούν κάτω από τα νερά που πέφτουν με ορμή. Επίσης πολλά αξιοθέατα έχουν χαρακτηριστεί μνημεία της UNESCO. Σημαντικά αξιοθέατα του νησιού είναι τα εξής:

  • Ηραίον Σάμου: Το Ηραίον Σάμου βρίσκεται 3 χιλιόμετρα δυτικά από το Πυθαγόρειο και είναι αφιερωμένο στην θεά Ήρα.
  • Ευπαλίνειο Όρυγμα: Βρίσκεται δύο χιλιόμετρα από το Πυθαγόρειο στην αρχαία σήραγγα που μνημονεύεται από τον Ηρόδοτο ως το Αμφίστομο όρυγμα.
  • Σπήλαιο του Πυθαγόρα: Βρίσκεται στους πρόποδες του Κέρκη και σύμφωνα με την παράδοση εδώ κατέφυγε για να κρυφτεί ο φιλόσοφος Πυθαγόρας.
  • Αρχαίο Θέατρο: Βρίσκεται μόλις 2 χιλιόμετρα από το Πυθαγόρειο, στη διαδρομή προς την Ιερά Μονή Παναγίας Σπηλιανής και προς το δρόμο που οδηγεί στο Ευπαλίνειο Όρυγμα. Η αρχική του κατασκευή έχει υποστεί πολλές φθορές και καταστροφές. Σήμερα μένουν μόνο κάποια μέρη του. Στην ίδια θέση έχει κατασκευαστεί σύγχρονη ξύλινη κατασκευή στην οποία δίνονται παραστάσεις, κυρίως τους θερινούς μήνες, στα πλαίσια πολιτιστικών φεστιβάλ (Φεστιβάλ Μανώλης Καλομοίρης).
  • Αρχαιολογικό Μουσείο Σάμου: Το μουσείο στεγάζεται σε δύο κτίρια. Το παλιό μουσείο του 1912, το λεγόμενο Πασχάλειον αρχαιοφυλάκειον και το νέο Μουσείο.
  • Νέο Αρχαιολογικό Μουσείο Πυθαγορείου: Το νέο Αρχαιολογικό Μουσείο περιλαμβάνει αγάλματα, επιτύμβιες στήλες, σαρκοφάγους, μαρμάρινους αδριάντες και κεραμικά. Σημαντικό έκθεμα αποτελεί το καθιστό άγαλμα που αφιέρωσε ο Αιάκης στην Ήρα (540 π.Χ.) και το άγαλμα του Αυτοκράτορα Τραϊανού ύψους 2,7 μέτρων.
  • Αρχαιολογική Συλλογή Πυθαγορείου: Η Αρχαιολογική Συλλογή του Πυθαγορείου που στεγάζεται στο ισόγειο του δημαρχιακού κτιρίου.
  • Λαογραφικό Μουσείο του Πνευματικού Ιδρύματος Νικολάου Δημητρίου
  • Μουσείο Βυρσοδεψίας στο Καρλόβασι
  • Λαογραφικό Μουσείο στο Καρλόβασι

Γεωγραφικά Στοιχεία της Σάμου

Η έκταση του νησιού είναι 477.395 χλμ. και έχει μήκος 43 χιλιόμετρα και πλάτος 13 χιλιομέτρων. Διαχωρίζεται από την Ανατολία από το Στενό της Μυκάλης, μήκους περίπου 1 μιλίου (1.6 χλμ.). Καθώς η Σάμος είναι αρκετά ορεινό νησί, έχει αρκετές σχετικά μεγάλες και εύφορες πεδιάδες.

Ένα μεγάλο μέρος του νησιού καλύπτεται με αμπέλια, από τα οποία παράγεται κρασί από μούστο. Οι σημαντικότερες πεδιάδες εκτός από την πρωτεύουσα, Βαθύ, στα βορειοανατολικά, είναι το Καρλόβασι, στα βορειοδυτικά το Πυθαγόρειο στα νοτιοανατολικά και ο Μαραθόκαμπος στα νοτιοδυτικά. Ο πληθυσμός του νησιού είναι 33.814, που είναι το 9ο πιο πυκνοκατοικημένο από τα ελληνικά νησιά. Το κλίμα του νησιού είναι τυπικά μεσογειακό, με ήπιους βροχερούς χειμώνες και ζεστά ατέλειωτα καλοκαίρια.

Το ανάγλυφο της Σάμου κυριαρχείται από δύο μεγάλα βουνά, την Αμπέλο και τον Κέρκη (αν. Κερκέτου). Ο ορεινός όγκος της Αμπέλου είναι ο μεγαλύτερος από τους δύο και καταλαμβάνει το κέντρο του νησιού και φτάνει τα 1.095 μέτρα. Ο Κέρκης, αν και μικρότερος στην περιοχή είναι ο ψηλότερος από τους δύο και η κορυφή του είναι το υψηλότερο σημείο του νησιού, στα 1.434 μέτρα (4.705 πόδια). Τα βουνά αποτελούν συνέχεια του Στενού της Μυκάλης στην ηπειρωτική Ανατολία.

Σύμφωνα με τον Στράβωνα, το όνομα Σάμος είναι από τη Φοινικική με την έννοια “άνοδος από την ακτή”

(Πηγή: http://visit.samos.gr/)